Μετά το Brexit, το οποίο αναμένεται να δημιουργήσει ετήσιο οικονομικό κενό 14 δισεκατομμυρίων ευρώ, η υλοποίηση περισσότερων στόχων με λιγότερους πόρους έχει γίνει κλισέ, για μια ακόμη φορά. Αλλά αυτή τη φορά τα πράγματα είναι διαφορετικά, γράφει η Μαρία Σπυράκη.
Η Μαρία Σπυράκη είναι μέλος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και εκπρόσωπος Τύπου της Νέας Δημοκρατίας.
Δεν είναι απλά οι Βρυξέλλες που ως συνήθως κάνουν έκκληση για περισσότερα χρήματα προκειμένου να βρεθεί μια συμβιβαστική λύση ανάμεσα σε όλους.
Αυτές οι λέξεις μιλούν με σαφήνεια -αν όχι άμεσα- για την αναγκαιότητα ρεαλισμού σε μια εποχή όπου τα χρήματα είναι λιγότερα και η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει περισσότερες προκλήσεις. Την ίδια στιγμή, η Ένωση παραμένει αρκετά σταθερή μετά το πρώτο σοκ που αντιμετώπισε εξαιτίας του Brexit ενώ παράλληλα ξεπερνά την κρίση και ο ρυθμός ανάπτυξης αυξάνεται. Η Ευρωπαϊκή Ένωση παραμένει ένα από τα ασφαλέστερα καταφύγια για επενδύσεις σε ολόκληρο τον κόσμο.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο έγγραφο επικοινωνίας που δημοσιεύθηκε στις 14 Φεβρουαρίου, με τίτλο «Ένα νέο, σύγχρονο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο για μια Ευρωπαϊκή Ένωση που ανταποκρίνεται αποτελεσματικά στις προτεραιότητες της μετά το 2020″, κατέθεσε τρία πιθανά σενάρια κατηγοριοποιημένα με βάση το επίπεδο φιλοδοξίας τους, αναφορικά με το μέλλον των οικονομικών της Ένωσης για την περίοδο 2021-2027. Με βάση την προοπτική των επιπτώσεων τους στην πολιτική συνοχής, τα σενάρια αυτά μεταφράζονται ως εξής:
Το λιγότερο φιλόδοξο και λιγότερο ρεαλιστικό σενάριο, κατά τη γνώμη μου, αναφέρει ότι η στήριξη των ευρωπαϊκών κονδυλίων για τα διαρθρωτικά ταμεία και τις επενδύσεις θα πρέπει να διατηρηθεί για όλα τα κράτη μέλη, διαθέτοντας έτσι περίπου 370 δις ευρώ για την προώθηση της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής.
Το επόμενο σενάριο απαιτεί μείωση των κονδυλίων της πολιτικής συνοχής έως και 95 δις Ευρώ, τα οποία θα προκύψουν από το τέλος της υποστήριξης των περισσότερο ανεπτυγμένων περιφερειών και των περιφερειών μετάβασης.
Το πιο φιλόδοξο σενάριο θα περιορίσει την υποστήριξη μονάχα στις χώρες που ανήκουν στη Συνοχή, μειώνοντας περαιτέρω τα κεφάλαια του ESIF κατά 124 δις Ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε περίπου 11% του τρέχοντος πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου.
Αυτή είναι η μεγάλη εικόνα. Ας επικεντρωθούμε τώρα στην Ελλάδα, η οποία, σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση, είναι η τρίτη πιο επωφελημένη χώρα οικονομικά για την περίοδο 2014-2016. Αυτό μεταφράζεται στη λήψη € 4,8 δις ετησίως ενώ οι συνεισφορές της ΕΕ για την περίοδο 2014-2020 έφτασαν τα € 20,4 δις. Ουσιαστικά, όλες οι χώρες της ΕΕ που αποτελούν τους μεγαλύτερους δικαιούχους θα επηρεαστούν ξεκάθαρα αρνητικά από οικονομικής απόψεως εφόσον το δεύτερο ή το τρίτο σενάριο εφαρμοστούν.
Υπό αυτές τις συνθήκες, εφόσον χώρες όπως η Ελλάδα επιθυμούν να αντιμετωπίσουν αυτές τις φιλόδοξες προκλήσεις, θα πρέπει να διαμορφώσουν ένα σχέδιο για το μέλλον τους. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί εφόσον εκπληρωθούν οι περισσότερες, αν όχι όλες, από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
Αύξηση της συμμετοχής των εμπλεκόμενων φορέων πέραν του επιπέδου του άμεσου δικαιούχου. Τα χρήματα της πολιτικής συνοχής έχουν έμμεσο αλλά σημαντικό αντίκτυπο που διαχέεται σε ολόκληρη την ΕΕ. Για παράδειγμα, όπως αναφέρει η ανακοίνωση, υπολογίζεται ότι ένα τέταρτο πρόσθετης ανάπτυξης σε χώρες που δεν ανήκουν στη Συνοχή οφείλεται σε έμμεσα οφέλη από αυξημένες πωλήσεις και εμπόριο με τις χώρες της Συνοχής.
Η προστιθέμενη αξία είναι η νέα επικουρικότητα. Πρέπει να προετοιμάσουμε λύσεις που να μπορούν να κινητοποιήσουν τα διαθέσιμα κεφάλαια και να κάνουμε τους πόρους Συνοχής όχι μόνο τον επενδυτικό «βραχίονα» της αγοράς αλλά επίσης τον «εγκέφαλο» των επενδύσεων της ΕΕ, χρησιμοποιώντας τα χρήματα των φορολογουμένων με έξυπνο τρόπο, βελτιστοποιώντας έτσι τις επιχορηγήσεις και τα χρηματοπιστωτικά μέσα ώστε να προκύψει ένα πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα. Πρέπει να συνδυάσουμε πόρους όπως το ESIF, EFSI, Horizon 2020, CEF κλπ.
Αντιμετώπιση της αβεβαιότητας με ευελιξία. Ένα πρακτικό παράδειγμα θα ήταν η επιβολή του σχεδίου Plan-Do-Check-Act, εφαρμόζοντας τις προσχεδιασμένες πρωτοβουλίες και έχοντας υπόψιν τις δυνατότητες επενδύσεων και αλλαγών εφόσον κριθεί απαραίτητο. Ένα σχετικό παράδειγμα θα ήταν η επαναχρησιμοποίηση των αποδεσμευμένων κεφαλαίων στο πλαίσιο ενός αποθεματικού της Ένωσης, παρόμοια με την πρόταση που κατέθεσαν μέσω του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Επιτροπή έξι ευρωβουλευτές, συμπεριλαμβανομένης και εμού, αναφορικά με την αξιοποίηση των μη χρησιμοποιημένων κονδυλίων από τη διαχείριση της μεταναστευτικής κρίσης από το 2016.
Εν κατακλείδι, προβλέπω ότι μεταξύ των προτεινόμενων σεναρίων, το πρώτο είναι το λιγότερο εφικτό για να προχωρήσει περαιτέρω. Τα κράτη μέλη αναπόφευκτα θα πρέπει να προγραμματίσουν τις μελλοντικές κινήσεις τους, εάν θέλουν να προχωρήσουν.